Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2013

Βιρτζίνια - Jens Christian Grøndahl








Το όνομα του συγγραφέα ήταν εκείνο που μου τράβηξε αρχικώς την προσοχή και αποτέλεσε την αιτία να κατεβάσω το βιβλίο από το ράφι. Το βιογραφικό στο εσωτερικό του βιβλίου επιβεβαίωσε την υποψία μου σχετικά με την καταγωγή του Γκρένταλ. "Γεννημένος στην Κοπεγχάγη το 1959, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Δανούς συγγραφείς." Είναι ιδιαίτερη η αδυναμία που τρέφω προς τους Σκανδιναβούς δημιουργούς.

Διαβάζω την υπόθεση στο οπισθόφυλλο. Η δεύτερη πρόταση αρκεί για να με πείσει πως αυτό το βιβλίο θα μου αρέσει. " Το καλοκαίρι του 1943, ένα 14χρονο αγόρι και ένα 16χρονο κορίτσι μένουν σε ένα μεγάλο εξοχικό στις ακτές της Βόρειας Θάλασσας..." Η αναφορά στην τοποθεσία είναι αρκετή για να με πλημμυρίσει με εικόνες από απέραντες ακτές, καλοκαίρια που δε νυχτώνει ποτέ, το πυκνό δάσος στα παράλια, τα σκόρπια σπίτια. Δεκάδες κινηματογραφικά πλάνα επανέρχονται στη μνήμη.

Κάπως έτσι λοιπόν αποφάσισα να διαβάσω τη νουβέλα του Γκρένταλ, Βιρτζίνια.

Το καλοκαίρι του 1943 η Κοπεγχάγη δοκιμάζεται από βομβαρδισμούς. Τα παράλια της Βόρειας Θάλασσας αποτελούν ένα σχετικά ασφαλές καταφύγιο. Οι δυο νεαροί θα περάσουν παρέα ένα μέρος του καλοκαιριού. Μια μέρα, ένα βρετανικό αεροσκάφος καταρρίπτεται  κοντά στο σπίτι. Το κορίτσι βρίσκει τον πιλότο κρυμμένο σε μία καλύβα, τον φροντίζει και εκείνος της δίνει ένα κλεφτό φιλί και μια ταμπακιέρα. Οι Γερμανοί στρατιώτες ψάχνουν στην περιοχή και ακολουθούν το αγόρι που παρακολουθεί το ζευγάρι νιώθοντας ένα σφίξιμο στην καρδιά. Ο πιλότος θα εξαφανιστεί, το κορίτσι θα φύγει συντετριμμένο για την Κοπεγχάγη ενώ το αγόρι δε θα πάψει να αναρωτιέται αν φέρει ευθύνη για την τύχη του πιλότου.

Μισό αιώνα αργότερα το αγόρι του τότε, ηλικιωμένος άντρα πια, παίρνει με το ταχυδρομείο ένα πακέτο με ένα γράμμα και μια ταμπακιέρα. Η νοσταλγία ενός εφηβικού έρωτα και η προσπάθεια του άντρα να επανορθώσει για να ξεπλύνει τις ενοχές που νιώθει ακόμα, τόσα χρόνια μετά.

Οι προσδοκίες μου δε βρήκαν ανταπόκριση στις σελίδες της νουβέλας του Γκρένταλ. Δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση για ένα κακό βιβλίο, να το ξεκαθαρίσουμε αυτό. Δύο μειονεκτήματα εντόπισα ως υπεύθυνα για την αδιάφορη αίσθηση που μου άφησε η ανάγνωση. Πρώτον, η επίπεδη ιστορία, με κορυφώσεις μόνο τεχνικές και όχι συναισθηματικές. Με τον όρο τεχνικές κορυφώσεις εννοώ πως αν μετατρέψουμε το κείμενο σε μία λίστα με πλάγιους τίτλους είναι πιθανόν κάποιος, που δεν έχει διαβάσει τη νουβέλα, να αναγνωρίσει στιγμές κορύφωσης. π.χ. Μισό αιώνα αργότερα το αγόρι του τότε, ηλικιωμένος άντρα πια, παίρνει με το ταχυδρομείο ένα πακέτο με ένα γράμμα και μια ταμπακιέρα. Γνωρίζοντας πως οι Σκανδιναβοί συνηθίζουν να ακολουθούν την τακτική της αιφνιδιαστικής κορύφωσης, που έρχεται να παρασύρει τα πάντα στο διάβα της, ανέμενα καρτερικά αλλά τελικώς μάταια κάτι αντίστοιχο. Έτσι το τέλος της ιστορίας με βρήκε αμήχανο με αυτή την αδιαφορία που για μένα αποτελεί το χειρότερο αναγνωστικό συναίσθημα.

Το δεύτερο μειονέκτημα έχει να κάνει με τους μη ολοκληρωμένους χαρακτήρες. Προικισμένοι με προφανείς και "εύκολες" ιδιότητες, ανίκανοι να προκαλέσουν την οποιαδήποτε ταύτιση, το παραμικρό συναίσθημα.

Δεν πιστεύω πως η μικρή φόρμα είναι υπεύθυνη για όλα, αν και ίσως, ως μυθιστόρημα, η ιστορία να κυλούσε πιο ομαλά και να μετριαζόταν ο αποσπασματικός της χαρακτήρας. Το τέλος της ανάγνωσης μου έφερε στο μυαλό το Εγώ και Εσύ του Ιταλού συγγραφέα Νικόλο Αμανίτι. Ένας δεσμός σύγκρισης δημιουργήθηκε εντός μου μάλλον λόγω της κοινής απόπειρας, από μεριάς των δημιουργών, για επιστροφή στο παρελθόν με σκοπό την κατανόηση του. Και υπό αυτό το πρίσμα, μου έκανε εντύπωση το γεγονός πως τα αρνητικά του ενός εμφανίζονται ως θετικά του άλλου, απόδειξη πως δεν υπάρχει  μαγική συνταγή.

Τελικά, ίσως φταίω εγώ που είχα ντύσει προκαταβολικά το βιβλίο με το μανδύα της προσδοκίας.



Μετάφραση Λύο Καλοβυρνάς
Εκδόσεις Πόλις

4 σχόλια:

  1. "Τελικά, ίσως φταίω εγώ που είχα ντύσει προκαταβολικά το βιβλίο με το μανδύα της προσδοκίας".

    Μεγάλη κουβέντα αυτή! Όταν ανεβάζω τον πύχη, τις περισσότερες φορές τρώω τα μούτρα μου. Γι'αυτό, ακόμα κι αν είμαι ενθουσιασμένος στην προοπτική ενός αναγνώσματος, προσπαθώ να συγκρατώ τον ενθουσιασμό μου.
    (μια τακτική για αυτό είναι να το "ξεχνάω" στο ράφι για εβδομάδες ή και μήνες, για να αποφορτίζεται από τις προδοκίες μου)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Δυστυχώς εγώ δεν έχω βρει αντίστοιχη τακτική που να φέρνει αποτέλεσμα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Έχω διαβάσει το βιβλίο του Γκρένταλ "Ο ήχος της καρδιάς" μόνο και μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρουσα η γραφή του.

    Όσο για τους ενθουσιασμούς και τις απογοητεύσεις, συμβαίνει και στα βιβλία ό,τι και στη ζωή: μια έτσι και μια γιουβέτσι.
    Το αξιοπερίεργο είναι που, μερικές φορές, βρίσκω κάποια βιβλία αδιάφορα, για να αποδειχτούν μετά από χρόνια ή μετά από δεύτερη ανάγνωση θησαυροί.
    Σκεφτείτε πόσα έχουν μεσολαβήσει ανάμεσα στις αναγνώσεις...


    κ.κ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Δε θα μου έκανε εντύπωση στη μεγάλη φόρμα να τα καταφέρνει καλύτερα, αν μου δοθεί η ευκαιρία θα το διαβάσω.

      Συμφωνώ απόλυτα με τη σημασία του χρόνου που μεσολάβησε από ανάγνωση σε ανάγνωση.

      Διαγραφή