Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2016

Η σκούπα και το σύστημα - David Foster Wallace






/α/
Η υπόθεση. Πολλοί πιστεύουν πως σε ένα μεταμοντέρνο μυθιστόρημα η υπόθεση αποτελεί για τον συγγραφέα κάτι το δευτερεύον, έναν χαλαρό ιστό πάνω στον οποίο μπορεί να υφάνει και να επιδείξει όλα τα ευφάνταστα στοιχεία που διαθέτει στη φαρέτρα του. Η μορφή και η φόρμα απαιτούν θυσίες. Αυτό στον κύριο Γουάλας δεν ισχύει.

Ποιος μπορεί να αποδώσει καλύτερα την υπόθεση από την ίδια την ηρωίδα; Λέει, λοιπόν, η Λινόρ:
Άκου, ίσως κάλλιστα μπορούμε να πούμε ότι αισθάνομαι σκατά επειδή συμβαίνουν άσχημα πράγματα, εντάξει; Η Λινόρ φέρεται απίστευτα αλλόκοτα και μελοδραματικά σχεδόν έναν μήνα τώρα και μετά αποφασίζει να σηκωθεί και να φύγει από το μέρος όπου υποτίθεται ότι διαμένει σαν ψύχραιμη και μισοανάπηρη, και να πάρει και κόσμο μαζί της, παρότι είναι ενενήντα δύο ετών, και δεν κάνει τον κόπο να τηλεφωνήσει και να πει τι συμβαίνει, ενώ ο πατέρας μου είναι σαφές ότι ξέρει τι τρέχει, και δεν κάνει τον κόπο να τα πει και σ' εμένα, και φεύγει για την Κέρκυρα, και πιστεύω συν τοις άλλοις ότι κάποιος μάλλον έχει δώσει LSD στο πουλί μου τον Βλαντ τον Παλουκωτή, διότι μωρολογεί τώρα όλη την ώρα, κάτι που δεν έκανε πριν, ποτέ, και αυτά που λέει είναι ως επί το πλείστον αισχρολογίες που θα κάνουν την κυρία Τίσοου να πάθει νευρικό κλονισμό και να μου κάνει έξωση, και η δουλειά μου πάει κατά διαβόλου γιατί έχουν μπλέξει αγρίως οι τηλεφωνικές γραμμές και δεν πιάνει ο αριθμός μας κανονικά και συνεχώς μας τηλεφωνούν και ζητάνε ένα σωρό αλλόκοτα πράγματα.
Υπάρχει, φυσικά, και ο Ρικ.
Ο Ρικ είναι ο Ρικ. Ο Ρικ είναι μόνιμο στοιχείο σε κάθε εξίσωση. Ας αφήσουμε τον Ρικ απέξω εν προκειμένω.
Εντάξει Λινόρ, ας τον αφήσουμε απέξω εν προκειμένω, αλλά να πούμε πρώτα πως πρόκειται για το αφεντικό σου.

[Η Λινόρ: είκοσι πέντε χρονών εν μέσω ενός χάους, τα πάντα γύρω της καταρρέουν. (Λινόρ λένε και την προγιαγιά της σε περίπτωση που μπερδευτήκατε.)]

/β/
Αν ήμουν αναγνώστης σε κάποιον εκδοτικό οίκο, λέμε τώρα, και μία μέρα έφτανε με το ταχυδρομείο αυτό το μυθιστόρημα, και το διάβαζα, και ύστερα έριχνα μια ματιά στο βιογραφικό του συγγραφέα, πώς θα ένιωθα;

/γ/
Το χιούμορ. Είναι το βασικό συστατικό. Ένα χιούμορ οξύ, καυστικό, ευθύ, ενίοτε μαύρο και θλιμμένο, που στρέφεται ακόμα και προς τον εαυτό του. Στον αντίποδα της κατάθλιψης. Το καταφύγιο από τον κόσμο που περιβάλλει, το καταφύγιο που συνορεύει με τον σαρκασμό, τη μισανθρωπία και την απομόνωση. Τον κόσμο που περιβάλλει -και αυτό είναι αρκετά ενδιαφέρον- ευαίσθητους ανθρώπους όπως ο Γουάλας για παράδειγμα, ευαίσθητους όχι αποκλειστικά και μόνο με την έννοια της αδυναμίας αλλά της ικανότητας να λαμβάνουν τα μηνύματα σήψης και παρακμής -σαφέστατα περισσότερα από τα επιθυμητά αντίθετά τους- που το περιβάλλον αφειδώς και διαρκώς εκπέμπει. Και είναι ενδιαφέρον αυτό γιατί αν υποθέσουμε πως ο κόσμος μας αποτελούσε ένα ομορφότερο σύμπαν για να ζει κανείς, τότε αναρωτιέμαι πώς θα γινόταν η γονιμοποίηση, τι θα ήταν εκείνο που θα αποτελούσε την έμπνευση για αυτά τα μυαλά, τα πολυπύρηνα. Άνθρωποι που ζουν μέσα στον κόσμο που ύστερα τον θέτουν στον αντιδραστήρα της οργιώδους έμπνευσής τους και της απαράμιλλης αφηγηματικής τους χάρης, και όχι μόνο ζουν και αυτοί εκεί αλλά αποτελούν και μέρος του, και αυτή η αντίφαση μπορεί να προκαλέσει αυτανάφλεξη.
Ξέρεις από πού λαμβάνω όλες τις αληθινά θλιμμένες ιστορίες; Από πιτσιρικάδες. Από πιτσιρικάδες που είναι στο κολέγιο. Αρχίζω να σκέφτομαι ότι κάτι πάει πολύ στραβά με τη νεολαία της Αμερικής. Πρώτα απ' όλα, ένας ενοχλητικά μεγάλος αριθμός των νέων μας ενδιαφέρονται στ' αλήθεια να γράψουν μυθοπλασία. Όλο θλιμμένες, αληθινά θλιμμένες ιστορίες. Μα τι απέγιναν οι χαρούμενες, οι ευτυχισμένες ιστορίες, Λινόρ; Ή τουλάχιστον οι διδακτικές; Ανησυχώ για τους σημερινούς πιτσιρικάδες. Οι σημερινοί πιτσιρικάδες θα έπρεπε να βγαίνουν και να πίνουν μπίρες και να βλέπουν κινηματογράφο και να κάνουν τρελά πάρτι και να χάνουν την παρθενιά τους και να σφαδάζουν με επιβλητική μουσική, κι όχι να σκαρφίζονται πολυσέλιδες, θλιμμένες, εσωστρεφείς ιστορίες.
/δ/
Οι ιστορίες δεν τελειώνουν ποτέ, οι ιστορίες υπάρχουν παράλληλα στην ιστορία που διηγείσαι αυτή τη στιγμή. Θα μου πεις μια ιστορία ακόμα; Μια μικρή παρέκβαση απ' αυτό που ζούμε; Θα σου πω, αφού το θες, θα σου πω μία ακόμα θλιμμένη ιστορία. Αυτό που δεν θα σου πω είναι ότι την σκαρφίστηκα εγώ. Θα σου πω: άκου μια θλιμμένη ιστορία που μου έστειλε κάποιος.

/ε/
Τα πολυπύρηνα μυαλά δεν είναι μόνο πιο έξυπνα από τα δικά μας τα συμβατικά όπως μπορεί εν πρώτοις να υποθέσει κανείς. Τα πολυπύρηνα μυαλά διαθέτουν ανεπτυγμένη σε υψηλό βαθμό την ικανότητα πρόσληψης, αποθήκευσης και ανάκλησης της πληροφορίας. Τέτοιο μυαλό ο κύριος Γουάλας. Εντυπωσιάζει με την ευρυμάθειά του στην εποχή της απόλυτης εξειδίκευσης, της τέλειας -ελάχιστης- γνώσης. Παρατηρητής και αναγνώστης, ένα παμφάγο ον που υπερβαίνει τους φραγμούς ανάμεσα στη φιλοσοφία, την ποπ κουλτούρα, την ψυχολογία, τα αθλητικά, τη λογοτεχνία, την τεχνολογία, οτιδήποτε αποτελεί τον κόσμο που τον περιβάλλει μπορεί να αποτελέσει συστατικό για τον κόσμο που κατασκευάζει.

/ζ/
Ο κόσμος που κατασκευάζει έχει διαρκώς ζωή, ακόμα και όταν ο συγγραφέας δεν στρέφει τον προβολέα σε εκείνο το σημείο της σκηνής, τα γρανάζια που έχει τοποθετήσει εξακολουθούν να λειτουργούν τέλεια και με ακρίβεια, οι ήρωες συνεχίζουν να περπατούν, η βροχή να πέφτει εδώ και ώρα, έτσι ώστε την κατάλληλη στιγμή να μυρίσουμε το βρεγμένο χώμα εμείς.

/η/
Και μιλώντας για τον κύριο Γουάλας πρέπει να το αναφέρεις αυτό;, φωνάζει μια φωνή πέρα απ' το βάθος. Ναι, απαντώ μέσ' απ' τα δόντια, και λέω: ο συγγραφέας που είναι πρώτα και κύρια αναγνώστης και λάτρης της λογοτεχνίας, που βρίσκει ικανοποίηση διαβάζοντας λογοτεχνία, που έχει τις αναφορές του στη λογοτεχνία, τις αγάπες και τα απωθημένα του. Τέτοιος συγγραφέας ο κύριος Γουάλας.

/θ/
Συνήθως, για βιβλία όπως αυτό, ισχυρίζομαι πως δεν έχει σημασία η απάντηση διπλής επιλογής- μου άρεσε/δεν μου άρεσε. Κάποια έργα μυθοπλασίας είναι τόσο σημαντικά γιατί καταφέρνουν κάτι μαγικό: να κεφαλαιοποιήσουν -όλα θαρρείς- τα προηγούμενα και να θέσουν μια νέα χοντρή κουκίδα στην ιστορία της λογοτεχνίας. Εδώ δεν ισχύει αυτό. Μπορώ να ισχυριστώ ότι μου άρεσε, και αυτό έχει σημασία, και η κουκίδα κουκίδα.

/υγ/
Αν η λογοτεχνία του κύριου Γουάλας ήταν μουσική, θα ήταν post rock, και θα ακουγόταν κάπως έτσι μέσα από τα ακουστικά στα αυτιά κάποιου που τρέχει μες στο δάσος.



Μετάφραση Γ.Ι. Μπαμπασάκης
Εκδόσεις Κριτική
       

1 σχόλιο: